Άμεση ανάγκη η Διοίκηση Σχολείων με γνώμονα την Οργανωσιακή Ψυχολογία


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*

Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για «αποτελεσματική διοίκηση», «αποτελεσματική εργασία», «αποτελεσματική διδασκαλία», «αποτελεσματική επικοινωνία». Κοιτάζοντας προσεκτικά τους όρους διαφαίνεται πως σε όλους περιλαμβάνεται η λέξη «αποτελεσματική».

Σε μια προσπάθεια να οριστεί η  αποτελεσματικότητα (efficiency) φαίνεται πως είναι ο λόγος ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος που επιδιώκεται προς το κόστος που απαιτείται για να επιτευχθεί το αποτέλεσμα αυτό. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στα οικονομικά. Στην εκπαίδευση, έχει υιοθετηθεί και αντανακλά ως η συμπλήρωση των σκοπούμενων διοικητικών, εργασιακών, μαθησιακών, επικοινωνιακών αποτελεσμάτων, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, σε ελάχιστο χρόνο.

Με βάση τον πιο πάνω ορισμό, η αποτελεσματική διδασκαλία καταλήγει να είναι θέμα της αποτελεσματικής στοχοθεσίας, της αποτελεσματικής εφαρμογής στρατηγικής, μεθόδου, και τεχνικής διδασκαλίας/διοίκησης  για συμπλήρωση των σκοπούμενων αποτελεσμάτων, και της αποτελεσματικής αξιολόγησης στη βάση των στόχων του μαθήματος, των διδακτικών τερμάτων του προγράμματος διδασκαλίας, και των σκοπών της παιδείας.

Μια εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία, που αναφέρεται στο αποτελεσματικό σχολείο καταλήγει σε 4 αρχές: 1) Όλοι οι μαθητές μπορούν να μάθουν με τις κατάλληλες συνθήκες, 2) Η αποτελεσματικότητα εξαρτάται από τις ίσες ευκαιρίες μάθησης σε όλο το μαθητικό πληθυσμό, 3) Το σχολείο ευθύνεται για τη σχολική επιτυχία και όχι οι μαθητές και το κοινωνικοοικονομικό τους υπόβαθρο, 4) Όσο πιο συνεπής είναι η διδασκαλία και η διδακτική διαδικασία, τόσο περισσότερο αποτελεσματική είναι (Murphy, 1992).

Στο ίδιο θέμα μια σειρά κριτηρίων ή μεθόδων ανάλογα με το επιστημονικό πεδίο που υπηρετούν, προσδιορίζουν ένα σύνολο χαρακτηριστικών, που επηρεάζουν τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης και είναι: 1)  το αποτελεσματικό σχολείο να έχει μια οργανωμένη, σκόπιμη, εργασιακή ατμόσφαιρα, η οποία είναι ασφαλής. Σε αυτό το περιβάλλον λειτουργεί η διαπροσωπική επικοινωνία μεταξύ των μαθητών και των δασκάλων στηριγμένη στη συνεργασία. 2) Υπάρχουν προσδοκίες ότι όλοι οι μαθητές μπορούν να επιτύχουν. Η επιτυχία των προσδοκιών εξασφαλίζεται με τη βοήθεια εποπτικού και διδακτικού υλικού, ώστε η «διδασκαλία» να γίνει «μάθηση». 3) Η διοίκηση του σχολείου λειτουργεί με τη συνεργασία του διευθυντή και του συλλόγου των διδασκόντων. Ειδικά, ο διευθυντής πρέπει να φέρεται σαν ένας προπονητής, ένας συνεργάτης, ένας εμψυχωτής. 4) Υπάρχει ένας σαφής στόχος του σχολείου (όραμα) στην κατεύθυνση της συναντίληψης για τα αποτελέσματα, τις προτεραιότητες, την αξιολόγηση και την ευθύνη, αναγνωρίζοντας ην ευθύνη του σχολείου για την επίτευξή του. 5) Οι δάσκαλοι κατανέμουν το σχολικό χρόνο στη διδασκαλία ουσιαστικών ικανοτήτων, αξιοποιώντας το πρόγραμμα σπουδών. 6) Η σχολική επιτυχία των μαθητών αξιολογείται συχνά μέσα από μια ποικιλία μεθόδων αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση τόσο της παρουσίας του κάθε μαθητή όσο και του προγράμματος. Αυτά τα αποτελέσματα θα καταδείξουν αν υπάρχει σύνδεση μεταξύ προτιθέμενου, διδασκόμενου και αξιολογούμενου προγράμματος σπουδών. Επίσης οι μέθοδοι αξιολόγησης πρέπει να τονίζουν σε «περισσότερο αυθεντική αξιολόγηση» του κύριου προγράμματος σπουδών.

Όλα αυτά, συνδέονται με τον άνθρωπο, με τον εργαζόμενο εκπαιδευτικό/διευθυντικό στέλεχος. Τις δράσεις και αντιδράσεις του. Οι όροι «εργασιακό περιβάλλον», «κίνητρα και προσδοκίες», «συνεργάτης», «εμψυχωτής» δίνουν στα άτομα που απαρτίζουν την εκπαίδευση ένα ρόλο με καθήκοντα όχι τόσο γραφειοκρατικά όπως έχει λειτουργήσει τους προηγούμενους αιώνες, αλλά ένα ρόλο οργανωτή, διαχειριστή, εμπνευστή, ηγέτη με στόχο όμως χαρακτηριστικά του ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Τη διαφορετικότητα, το σεβασμό των ιδιαιτεροτήτων, των ψυχολογικών αναγκών του.

Η διοίκηση είτε τάξης είτε σχολείου περιτριγυρίζει γύρω από τη ρήση πως «μόνο ένας ευτυχισμένος υπάλληλος μπορεί να είναι αποτελεσματικός»  αντανακλώντας το ίδιο για τον ευτυχισμένο μαθητή  ανταλλάζοντάς τη λέξη υπάλληλος με τη λέξη μαθητής. Αυτή η αρχή,  είναι μια από τις αρχές της Ψυχολογίας και στο σύνολό της Οργανωσιακής Ψυχολογίας η οποί είναι η επιστήμη που επιφέρει την Ψυχολογία στις λειτουργίες του οργανισμού. Αν αναλογιστεί κανείς πως τα πάντα ξεκινούν από το «κεφάλι» ενός οργανισμού ότε αποτελεί και τον παράγοντα κλειδί για την επιτυχία της επίτευξης των στόχων της παιδείας ώστε να συνάδουν με το κόστος που δαπανάται.

Ο όρος της Διοίκησης στον 21ο αιώνα έχει εξελιχθεί και ωριμάσει. Το έντονο ενδιαφέρον της επιστημονικής διοικητικής κοινότητας για τις στάσεις των εργαζομένων, το ομαδικό πνεύμα , το στρες, οι αλλαγές στις τεχνολογίες, τις αλλαγές στην εργασία γενικότερα έχουν δώσει στην οργανωσιακή ψυχολογία μια έντονη απήχηση και αποτελεί την πλέον συμβουλευτική ομάδα επιστημόνων που μπορεί να βοηθήσει. Οι οργανισμοί οι οποίοι ενδιαφέρονται για την αύξηση της παραγωγικότητας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας τους προχωρούν σε σχεδιασμούς βασισμένους στις αρχές και τα δεδoμένα που προκύπτουν από την οργανωσιακή ψυχολογία παρέχοντας παράλληλα τις αλλαγές αλλά και τις  εκπαιδεύσεις που χρειάζονται στο προσωπικό τους.  

Τέσσερα είναι τα κλειδιά της οργανωσιακής ψυχολογίας, οι άνθρωποι, η δομή, η τεχνολογία και το περιβάλλον ( sigh, 2009-2010).  Επίσης, τέσσερις είναι και οι μέθοδοι έρευνας που ασκεί, η δημοσκοπική, η πειραματική, η νατουραλιστική/φυσική παρατήρηση και η μελέτη περίπτωσης.

Το παρόν άρθρο είναι γραμμένο χρησιμοποιώντας δεδομένα τα οποία έχουν αποκτηθεί μέσω της νατουραλιστικής/ φυσικής παρατήρησης, της μελέτης αρκετών περιπτώσεων και φυσικά με βάση τη μελέτη και διασύνδεσή τους με την ανάλογη επιστημονική βιβλιογραφία.

Η κατανόηση εκ μέρους των αρμοδίων πως η δυναμική της οργανωσιακής συμπεριφοράς είναι θεμελιώδης για την επίτευξη της προσωπικής επιτυχίας  των μάνατζερ/διευθυντών των σχολείων, πως οι αρχές της συμβάλλουν στο να γίνουν τα άτομα (εκπαιδευτικοί/υφιστάμενοι)  πιο παραγωγικά και να νιώσουν ευτυχισμένα από την εργασία τους, ώστε να εξυψώσουν τον οργανισμό τους είναι το βασικότερο κλειδί. Διαφορετικά ο κίνδυνος καταποντισμού είναι ορατός και διάκριτος. 

Για να λειτουργήσει επιτυχημένα το σύστημα της Παιδείας και των σχολείων γενικότερα πρέπει να γίνει κατανοητό πως πρέπει να ισορροπηθούν 6 σημαντικά στοιχεία στο εκπαιδευτικό σύστημα, ο συγκεντρωτισμός, ο αποκεντρωτισμός, η αυτονομία, ο έλεγχος, η διαφοροποίησης, η ενσωμάτωση (Sigh, 2010).

Πέρα από αυτό πρέπει να υιοθετηθούν σύγχρονα οργανωσιακά σχέδια από τους προϊστάμενους όπως τα βασισμένα στην ομάδα (team based), τον οργανισμό πλέγμα  (matrix), τον εικονικό οργανισμό (virtual). Με το σκεπτικό ενός οργανωσιακού σχεδιασμού με επίκεντρο ομάδες ανθρώπων  λαμβάνοντας υπόψη θέματα συντονισμού, επιβραβεύσεων και επιλογής των μελών ανάλογα με τα ενδιαφέροντά τους η αποδοτικότητα είναι πιθανότερη.

Η χρήση του σχεδιασμού πλέγματος όπου οι εργαζόμενοι αναφέρονται σε περισσότερους από έναν ανώτερους διευκολύνοντας την οριζόντια ροή δεξιοτήτων και πληροφοριών διευκολύνει αφάνταστα την παραγωγή έργων από τις ομάδες. Τέλος εν όψει μάλιστα και της πανδημίας covid-19 η εικονική διοίκηση δε φαντάζει πλέον ουτοπική καθότι πολλές εργασίες και αναθέσεις εργασιών και έργων εκτελούνται μέσα από ηλεκτρονικά μέσα με τη συνεργασία των μελών να είναι απαραίτητη.

Για πρώτη φορά λοιπόν προτείνεται αλλαγή οργανωσιακού σχεδιασμού που να αρχίζει από κάτω προς τα πάνω καθότι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι είναι οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές και οι αμέσως ανώτεροι τους οι Διευθυντές των σχολείων. Η υιοθέτηση ή και μετατροπή των πρακτικών και διαδικασιών που ακολουθούνται για επίτευξη των στόχων θα πρέπει να ακολουθούν τις αρχές της οργανωσιακής ψυχολογίας. Η αλλαγή/εκπαίδευσή τους είναι μεν δύσκολη αλλά δεν είναι ακατόρθωτη αρκεί να δομηθεί σωστά και κρίνεται απαραίτητη για να μπορούμε στο κυπριακό τουλάχιστον εκπαιδευτικό σύστημα να μιλάμε για αποτελεσματικά σχολεία.

Η δημιουργία μιας νέας οργανωσιακής κουλτούρας δεν είναι εύκολη υπόθεση, αποτελεί όμως προτεραιότητα αν θέλουμε να συμβαδίζει η εκπαίδευση και η διαχείριση των εκπαιδευτικών με τον 21ο αι. Η προσφορά των κατάλληλων εργασιακών περιβαλλόντων βασισμένα σε ανθρώπινες συνθήκες αλλά και η διαχείριση των εκπαιδευτικών με βάση τις αρχές της ψυχολογίας είναι τα απαραίτητα χαρτιά για να μπορεί η δημόσια εκπαίδευση να πλησιάσει τους στόχους της επιτυχίας. Οι εργασιακές αξίες, η οργανωσιακή Δικαιοσύνη, η ηθική, η ασφάλεια, η παροχή κατάλληλων για κάθε περίσταση  κινήτρων ώστε να επέλθει η επαγγελματική ικανοποίηση, είναι περιοχές οι οποίες εντάσσονται στην επιστήμη της Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού, και κάτω από το μικροσκόπιο της  Οργανωσιακής Ψυχολογίας. 

Παράγοντες όπως το bulling, το mobbing, η επαγγελματική εξουθένωση , το εργασιακό στρες, οι αυξανόμενες συγκρούσεις, τα κρούσματα απειθαρχίας, η ελλιπής επικοινωνία,  τα χαμηλά μαθησιακά αποτελέσματα κατά τις ρήσεις του ΥΠΠΑΝ, ήδη  κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου της κατάρρευσης και της αύξησης των καταγγελιών απέναντι στο υπουργείο.

Η πανδημία covid- 19  και οι πρωτόγνωρες καταστάσεις έφεραν επίσης το θέμα στην επιφάνεια καθότι πρέπει να γίνει ανασχεδιασμός μέσα από αυτόν να διατηρηθούν από όλους άθικτες οι αξίες της ισότητας ευκαιριών, της αποδοχής και σεβασμού της διαφορετικότητας κάθε ανθρώπου, της διασφάλισης των προσωπικών δεδομένων, της ευημερίας τους, τη μείωση του ρατσισμού, τη χρήση δημοκρατικών διαδικασιών, τον επαναπροσδιορισμό των καθηκόντων των εκπαιδευτικών και των διευθυντών ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν σε ένα  virtual σύστημα σχολικής μονάδας.

*ΜΒΑ – Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού /Εργασιακές Σχέσεις

Οργανωσιακή Ψυχολογία

Εκπαιδευτικός




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










927